Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

Ο Υστερος Ημπεριαλισμος

Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΙΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ*
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο Ιστορίας της κόρης μου (Γ' Γυμνασίου), πέφτει η ματιά μου σε δυο χάρτες της Ευρώπης. Ο ένας πριν από τον Πρώτο Μεγάλο Πόλεμο κι ο άλλος αμέσως μετά τις συνθήκες που επέβαλαν οι νικητές στους ηττημένους. Ο Πόλεμος ξεκίνησε σε μια ηπειρωτική Ευρώπη 15 κρατών και κατέληξε σε μια ήπειρο 25 κρατών. Διέλυσε τέσσερις αυτοκρατορίες - γερμανική, αυστροουγγρική, ρωσική και οθωμανική-, ανακατένειμε τις ζώνες αποικιοκρατικής επιρροής σε τρεις ηπείρους, τροφοδότησε πλήθος περιφερειακών διενέξεων και έβαλε τις βάσεις για το επόμενο παγκόσμιο μακελειό. Ο πόλεμος «γέννησε», βεβαίως, και το πείραμα του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους, αλλά αποτέλεσε κυρίως ένα απεχθές ξέσπασμα του νέου ιμπεριαλισμού.
Στο σχολικό βιβλίο διατυπώνεται ένας στοιχειώδης ορισμός του ιμπεριαλισμού ως βασικής αιτίας του πολέμου («η πολιτική επέκτασης των βιομηχανικά αναπτυγμένων κρατών σε βάρος άλλων κρατών»),αλλά η φιλότιμη προσπάθεια των συγγραφέων δεν αφήνει περιθώρια στους εφήβους να συσχετίσουν τη ζοφερή ιστορική πείρα με όσα συμβαίνουν σήμερα.
Η σημερινή πολιτική γεωγραφία της Ευρώπης προέκυψε από μιαν αντίστοιχη διεργασία κατακερματισμού και ανασύνθεσης, στην οποία πρωτοστάτησαν οι ίδιες «Μεγάλες Δυνάμεις» που πρωταγωνίστησαν στους δύο Παγκοσμίους πολέμους. Όμως, παρουσιάζεται στα μάτια των νέων ως προϊόν μιας γενικά αναίμακτης διαδικασίας. Σαν να μην μεσολάβησε η βίαιη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, σαν να σταμάτησε έστω και για ένα λεπτό ο ανταγωνισμός Δύσης και Ρωσίας των ολιγαρχών στο μετασοβιετικό τοπίο ή ως εάν η ουκρανική κρίση να είναι ένα αιφνιδιαστικό διάλειμμα στη μεταψυχροπολεμική μακρά ειρήνη.

Η ουκρανική κρίση είναι πρώτης τάξης αφορμή για να επανεξεταστεί η φύση του σύγχρονου ιμπεριαλισμού και των φορέων του. Συμπυκνώνονται σ' αυτήν με ανατριχιαστική ακρίβεια πολλά από τα στοιχεία του ορισμού του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό (μονοπωλιακός καπιταλισμός, χρηματοπιστωτική κυριαρχία, ανταγωνισμός για νέες αγορές και πρώτες ύλες, σφαίρες οικονομικής επιρροής, ξαναμοίρασμα του κόσμου από τις διεθνείς μονοπωλιακές ενώσεις). Αλλά δεν αποκλείεται διόλου να συνυπάρξουν σ' αυτήν και στοιχεία των προγενέστερων «ιμπεριαλισμών», εφόσον η Ουκρανία εξελιχθεί σε πεδίο πολεμικής αντιπαράθεσης Δύσης - Ρωσίας, αναβίωσης του Ψυχρού Πολέμου και επαναχάραξης συνόρων.
Η ειρωνεία είναι ότι η «επιστροφή του ιμπεριαλισμού» στην καρδιά της Ευρώπης συντελείται τη ώρα πουο «φιλελεύθερος καπιταλισμός» έχει εδραιωθεί παγκόσμια. Κατά τους κορυφαίους μη μαρξιστές θεωρητικούς (Βέμπερ, Σουμπέτερ κ.ά.) που επιχειρηματολογούσαν λίγο πριν ή λίγο μετά τον Α' Πόλεμο, αυτός ο «καθαρός καπιταλισμός» είναι εκ φύσεως αντιιμπεριαλιστικός και εμπόδιο στον επεκτατισμό. Έκτοτε πολλά τους έχουν διαψεύσει παταγωδώς, αλλά το κορυφαίο είναι η ίδια η Ε.Ε.
Η Ε.Ε. συγκροτήθηκε διακηρύσσοντας ότι θα εξαλείψει τις ρίζες του επεκτατισμού και του πολεμικού ανταγωνισμού με δύο τρόπους: πρώτον, δημιουργώντας μια υπερκρατική ένωση και, δεύτερον, εξάγοντας τον «φιλελεύθερο καπιταλισμό» σε όλη την Ευρώπη. Σήμερα ο διπλός «θρίαμβός» της έχει απογειώσει αντί να αμβλύνει τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό. Έναν αιώνα μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η ευρωπαϊκή - ευρωατλαντική- «ιμπεριαλιστική αλυσίδα» όχι μόνο μάχεται για να διευρύνει τη σφαίρα οικονομικής της επιρροής, αλλά επιβάλλει μια χαοτική γεωπολιτική μηχανική.
Πιθανότατα αυτή η «αλυσίδα», με τους δυνατούς και αδύναμους κρίκους της, θα υπήρχε και χωρίς την Ε.Ε. Αλλά έχει σημασία να ερευνηθεί ο ειδικός ρόλος της υπερεθνικής οντότητας που γοργά ολοκληρώνεται σαν κράτος, διαθέτει κυριαρχία και επιχειρεί να λειτουργήσει ως «συλλογικός καπιταλιστής» για λογαριασμό «εθνικών κεφαλαίων», τα οποία όμως χωρίζονται από ιλιγγιώδεις ανισότητες, διαφορές ισχύος και αντιθέσεις. Όπως καταδεικνύει η ουκρανική κρίση, μπορεί η Ε.Ε. να εμφανίζεται με ενιαία ρητορεία απέναντι στη Μόσχα, αλλά οι στοχεύσεις του ενεργειακά εξαρτημένου από τη Ρωσία γερμανικού ιμπεριαλισμού, του χρηματιστικά εκτεθειμένου στους Ρώσους ολιγάρχες βρετανικού ιμπεριαλισμού και του παγκοσμίως ασθμαίνοντος γαλλικού ιμπεριαλισμού απέχουν ή και συγκρούονται.
Θεωρητικά οι εξελίξεις αποτελούν προνομιακό πεδίο παρέμβασης της Αριστεράς. Η οποία, ωστόσο, περιδινείται γύρω από την ίδια σχεδόν ιδεολογική Βαβέλ που από πριν έναν αιώνα ωθούσε άλλα τμήματά της στον αντιμιλιταρισμό, άλλα στην «εθνική συσπείρωση» και άλλα στην αμηχανία. Αν και η σχετική συζήτηση είναι περιθωριακή σε σχέση με όσα αντιλαμβάνεται η κοινή γνώμη, ταυτόχρονα είναι αναπόφευκτη. Οι ασαφείς, παράλληλες απαντήσεις στο ερώτημα για το πώς ο «ύστερος ιμπεριαλισμός», με τα ποικίλα επίθετα μπροστά του, επηρεάζει την πάλη σε εθνικό ή πανευρωπαϊκό επίπεδο, δημιουργεί αδιέξοδες ταλαντεύσεις ανάμεσα στο εθνικό και στο ταξικό, τον αντιιμπεριαλισμό και τον αντικαπιταλισμό.
Απέναντι στην «ιμπεριαλιστική αλυσίδα» υπάρχει μια «ιδεολογική αλυσίδα» γεμάτη αδύναμους κρίκους που πρέπει να ενισχυθούν με μια στέρεη, επιστημονική έρευνα και συζήτηση. Δεν είναι πολυτέλεια ή αναχωρητισμός. Τα σημαντικότερα πράγματα που ξέρουμε για τον ιμπεριαλισμό γράφτηκαν πριν από έναν αιώνα από ανθρώπους που μοίραζαν τον χρόνο τους ανάμεσα στην έρευνα, το κυνηγητό της αστυνομίας και τα οδοφράγματα...
Απο την Ισκρα
Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014


Ουκρανία: στο δρόμο προς τον εφιάλτη!

Κατηγορία: Ουκρανία 

Tου Ανδρέα Παγιάτσου

 








Με ταχύτητα και σταθερά χτίζονται οι γραμμές του εθνικιστικού μίσους που θα διαχωρίσουν τις δύο βασικές εθνότητες που ζουν στην Ουκρανία, τους ουκρανόφωνους και τους ρωσόφωνους. Το μόνο στο οποίο μπορεί να ελπίζει κανείς είναι ότι αυτός ο διαχωρισμός δεν θα περάσει μέσα από ένα αιματοκύλισμα όπως αυτό που είχαμε για παράδειγμα στα εδάφη της πρώην Γιουγκοσλαβίας στη δεκαετία του ‘90 ή πιο πρόσφατα στη Λιβύη και τη Συρία. Οι κίνδυνοι για κάτι τέτοιο είναι πραγματικοί, με δεδομένο τον κεντρικό ρόλο που παίζουν ακροδεξιές και φασιστικές δυνάμεις στη νέα κυβέρνηση της Ουκρανίας αλλά και της βεβαιότητας ότι ο ρωσικός καπιταλισμός δεν πρόκειται να αφήσει την Ουκρανία να περάσει στο στρατόπεδο της «Δύσης» - της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, χωρίς να δώσει σκληρή μάχη με όλα τα μέσα.

Ναι στην αυτοδιάθεση στην Κριμαία, όχι στο ρωσικό εθνικισμό

6.000 ρωσικά στρατεύματα βρίσκονται ήδη στην Κριμαία, η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα αποσπασθεί από την Ουκρανία στο σχετικό δημοψήφισμα στα τέλη του μήνα. Οι εργαζόμενοι στην Κριμαία έχουν κάθε δικαίωμα να αποφασίσουν για το μέλλον τους – αυτοί και μόνο αυτοί – εφαρμόζοντας το δικαίωμά τους στην Αυτοδιάθεση.

Το θέμα όμως δεν περιορίζεται στην Κριμαία, των 2.000.000 κατοίκων, όπου οι ρωσόφωνοι αποτελούν πλειοψηφία, αλλά σε όλη την ανατολική και νότια Ουκρανία όπου υπάρχει πολύ σημαντική παρουσία ρωσικού στοιχείου αλλά δεν αποτελεί την πλειοψηφία.

Για την «υπεράσπιση», υποτίθεται, των δικαιωμάτων των Ρωσόφωνων, η Ρωσία έχει ήδη συγκεντρώσει περίπου 130.000 στρατιώτες στα σύνορα με την Ουκρανία.

Εγκληματική πολιτική ΕΕ και ΗΠΑ

Όλα δείχνουν ότι η Δύση, δηλαδή η ΕΕ και οι ΗΠΑ, υποτίμησαν την έκταση των αντιδράσεων του Πούτιν. Θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να επαναλάβουν, εύκολα και απλά, την προ δεκαετίας «πορτοκαλί επανάσταση» ενθαρρύνοντας και χρηματοδοτώντας τους εκπροσώπους/συνεταίρους τους στην ουκρανική πολιτική σκηνή. Τώρα είναι αντιμέτωποι με μια κατάσταση την οποία δεν μπορούν ουσιαστικά να διαχειριστούν, καθώς ανακαλύπτουν ότι χτίζεται ένα νέο «τείχος» που θα διαιρέσει την Ουκρανία, με τα πιο πλούσια, βιομηχανικά τμήματα της να κινδυνεύουν να περάσουν  στην «ρωσική πλευρά». Την ίδια στιγμή, με δική τους ευθύνη, άφησαν ελεύθερο πεδίο δράσης στους φασίστες οι οποίοι αυτή τη στιγμή λύνουν και δένουν.

Κορυφαίες οι ευθύνες της Μέρκελ η οποία ελάχιστες μόνο μέρες πριν την πτώση του Γιανουκόβιτς, συναντούσε τους ηγέτες της αντιπολίτευσης στο Βερολίνο και τους έδινε το «οκ» να συνεχίσουν για να τον ρίξουν!

Καμία υποστήριξη σε Γιανουκόβιτς

Οι εγκληματικές όμως ευθύνες της ΕΕ και των ΗΠΑ δεν επιτρέπουν κανενός είδους συμπάθεια ή υποστήριξη ούτε  προς τον Γιανουκόβιτς, ούτε προς τον Πούτιν. Η σύγκρουση ανάμεσα σε όλους αυτούς δεν έχει καμία σχέση ούτε με τις ανάγκες ούτε με τα συμφέροντα των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων της Ουκρανίας, είτε αυτοί είναι ρωσόφωνοι, είτε ουκρανόφωνοι είτε Τάταροι είτε οποιασδήποτε άλλης εθνικότητας.

Ο μέχρι πρόσφατα πρόεδρος, Γιανούκοβιτς, δεν είναι κάποιο «παιδί της εργατικής τάξης», ούτε είχε καμιά σχέση με την Αριστερά. Ήταν ένας καπιταλιστής ο ίδιος, με τεράστιες προσωπικές καταθέσεις στο εξωτερικό και εκπρόσωπος του τμήματος εκείνου του ουκρανικού κεφαλαίου το οποίο θεωρεί ότι τα συμφέροντα του εξυπηρετούνται καλύτερα μέσα από την ανάπτυξη σχέσεων με την Ρωσία παρά με την ΕΕ. Το καθεστώς του ήταν διεφθαρμένο και αυταρχικό όπως είναι το «νέο» καθεστώς που τον αντικατέστησε και όπως είναι όλα τα καθεστώτα της περιοχής.

Κάποιοι μπορεί να υποστηρίξουν ότι «απέναντι στον Γιανούκοβιτς (και τον Πούτιν) είναι οι φασίστες» και γι’ αυτό θα πρέπει να υποστηριχτούν. Πρόκειται για υπεραπλουστευμένη προσέγγιση. Γιατί είναι οι πολιτικές του Γιανουκόβιτς που επέτρεψαν στο φασισμό να ριζώσει και να θεριέψει. Τυχόν στήριξη σ’ αυτόν, δεν βοηθά την πάλη ενάντια στο φασισμό, βοηθά μόνο τους ίδιους τους φασίστες, οι οποίοι θα μπορούν να το παίζουν αντισυστημικοί. Είναι σαν να λέμε, χρησιμοποιώντας την αναλογία της Ελλάδας, ότι για να αντιμετωπίσουμε τη Χρυσή Αυγή πρέπει να υποστηρίξουμε τον Σαμαρά – και βέβαια ο Γιανουκόβιτς είναι ακόμα χειρότερος κι από τον Σαμαρά, αφού τα πράγματα στην Ουκρανία ήταν και είναι πιο σκληρά και πιο βάρβαρα απ’ ότι εδώ.

Oύτε και σε Πούτιν

Η Ρωσία, επίσης, δεν είναι κάποιο «εργατικό» ή «σοσιαλιστικό» κράτος. Είναι ένα στυγνό καπιταλιστικό καθεστώς, εξαιρετικά αυταρχικό, το οποίο αφήνει ελεύθερους τους Ρώσους Ναζί να δρουν, αλλά καταστέλλει τους εργατικούς, ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες.  Η Ρωσία είναι μια ιμπεριαλιστική δύναμη. Μπορεί να είναι μια δεύτερης γραμμής ιμπεριαλιστική δύναμη, αν συγκριθεί με τις ΗΠΑ, αλλά παραμένει εξαιρετικά ισχυρή στον χώρο που την περιβάλλει, αυτόν της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Το ενδιαφέρον της Ρωσίας για τους «ρωσικούς πληθυσμούς» που ζουν στην Ουκρανία, δεν είναι τίποτε άλλο από το ενδιαφέρον της για τα μεταλλεύματα, τη βιομηχανία και τις οικονομικές της σχέσεις με αυτήν.

Ο εθνικισμός, εχθρός του εργατικού κινήματος

Από τη σύγκρουση ανάμεσα στο ρωσικό καθεστώς και το ουκρανικό καθεστώς τα εργατικά και λαϊκά στρώματα της Ουκρανίας δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα, παρά μόνο να χάσουν.

Γιατί, αντί να βρουν τρόπο να αντιμετωπίσουν τη φτώχεια και τις αιτίες που την δημιουργούν, διαχωρίζονται στην βάση των γλωσσικών και εθνικών διαφορών και στρέφονται το ένα κομμάτι ενάντια στο άλλο. Κερδισμένος μέσα από τις υπάρχουσες εξελίξεις θα είναι ο εθνικισμός.

Αυτά, τη στιγμή που στην Ουκρανία βασιλεύει η φτώχεια και εξαθλίωση με το μέσο μισθό να βρίσκεται στα 250 € τον μήνα!

Αυτή η κρίση, η φτώχεια και η εξαθλίωση θα έπρεπε να είναι οι παράγοντες που ενοποιούν τους Ουκρανούς εργαζόμενους ενάντια στους υπεύθυνους για τη φτώχεια τους: δηλαδή τους ντόπιους καπιταλιστές και τους ιμπεριαλιστές, σε Δύση και Ανατολή. Αντί γι' αυτό όμως, η κρίση αποτελεί το θερμοκήπιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται το μίσος και η διαίρεση πάνω σε εθνικές γραμμές, με την απειλή του πολέμου να επικρέμεται.

Η άρχουσα τάξη και οι φασίστες παίζουν «μονότερμα»

Αιτία γι' αυτό είναι η ανυπαρξία μιας ταξικής αριστερής πολιτικής, ενός ταξικού αριστερού φορέα στην υπηρεσία των εργαζομένων στην Ουκρανία.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ουκρανίας, το μόνο με μαζική παρουσία και κοινοβουλευτική εκπροσώπηση στον χώρο της Αριστεράς, ακολούθησε μια εγκληματική πολιτική (διαβάστε σχετικά εδώ). Έτσι η εξέγερση της ουκρανικής νεολαίας δεν μπορούσε να κατευθυνθεί προς τα αριστερά, αφήνοντας εντελώς ελεύθερο πεδίο δράσης στους φασίστες.

Στην πραγματικότητα το κίνημα της πλατείας Μαϊντάν στο Κίεβο, ξεκίνησε τον περασμένο Νοέμβρη χαλαρά και «χαζοχαρούμενα» σαν «πανηγύρι», και πήρε μαζικές και εκρηκτικές διαστάσεις όταν το καθεστώς Γιανουκόβιτς επιχείρησε τη βίαιη καταστολή του.

Το ΚΚ Ουκρανίας, αντί να επιχειρήσει να δώσει αριστερή τροπή στο κίνημα αυτό (όπως, για παράδειγμα, είχαμε κάνει πολλές αριστερές οργανώσεις στο ελληνικό κίνημα των πλατειών κι έτσι μπορέσαμε τότε να περιθωριοποιήσουμε τη Χρυσή Αυγή που επίσης παρέμβαινε) το κατάγγειλε, και υπερθεμάτισε στην καταστολή του από τον Γιαννουκόβιτς.

Ελλάδα – ο κίνδυνος του «φιλο-ρωσισμού»

Στην Ελλάδα βρισκόμαστε ήδη στην αρχή της ανάπτυξης φιλο-ρωσικών αισθημάτων ακόμη και μέσα στις γραμμές της Αριστεράς. Αυτές οι διαθέσεις εντείνονται από το γεγονός ότι ο «ρωσικός παράγοντας» εμφανίζεται αυτή τη στιγμή ντυμένος με τον αντι-φασιστικό μανδύα.

Πρόκειται για τραγικό λάθος. Η Αριστερά πρέπει να προτείνει τη δική της απάντηση στην κρίση. Αυτή δεν είναι άλλη από την πάλη για την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, ενάντια στους φασίστες, ενάντια στην ουκρανική άρχουσα τάξη, στη ρωσική άρχουσα τάξη και την παρέμβαση των Ευρωπαίων και Αμερικανών ιμπεριαλιστών.

Η απάντηση της Αριστεράς πρέπει να είναι διεθνιστική, πρέπει να ενώνει τους Ουκρανούς με τους Ρώσους εργαζόμενους, για την αντιμετώπιση των επιθέσεων ενάντια στο βιοτικό επίπεδο και τα δικαιώματα και με στόχο τον πραγματικό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Δηλαδή τη λαϊκή εξουσία στη βάση της πλατιάς εργατικής δημοκρατίας – στη βάση της ελευθερίας έκφρασης, οργάνωσης και πολυκομματισμού, κι όχι βέβαια στο πρότυπο των βάρβαρων μονοκομματικών δικτατοριών που κυριαρχούσαν στην πρώην Σοβιετική Ένωση και την Ανατολική Ευρώπη.
- See more at: http://www.xekinima.org/arthra/view/article/oykrania-sto-dromo-pros-ton-efialti/#sthash.Bup1fkFY.dpuf


Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Σχετικά με την αποτυχία των συζητήσεων για την «Συμπόρευση»

Σχετικά με την αποτυχία των συζητήσεων για την «Συμπόρευση»

Κατηγορία: ΑΝΤΑΡΣΥΑΔιάλογοι/Αντίλογοι 
 
Σχόλιο του «Ξ»


Μετά από πάρα πολλούς μήνες συναντήσεων, διαβουλεύσεων και διεργασιών ανάμεσα στις δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του Σχεδίου Β και άλλων συλλογικοτήτων στην Αριστερά, για τη λεγόμενη «Συμπόρευση», το εγχείρημα κατέληξε σε αδιέξοδο.

Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές έχουν περάσει πάνω από 2 εβδομάδες από τις 16/2, όταν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το Σχέδιο Β ενέκριναν, σε πανελλαδικές συσκέψεις τους, δυο… διαφορετικά κείμενα ως βάση για την συνεργασία τους.

Το «εκπληκτικό» είναι ότι πρόκειται για δυο διαφορετικά κείμενα μεν, αλλά που για να καταλάβει κανείς ότι είναι διαφορετικά πρέπει να τα διαβάσει 2-3 φορές κι αυτό με μεγάλη συγκέντρωση! Η διαφορά που αποτέλεσε και την αιτία της «ρήξης» είναι στο πόσο εμφατικά μπαίνει η θέση για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση – τη στιγμή που και τα δύο κείμενα τοποθετούνται με καθαρό τρόπο υπέρ της εξόδου από αυτήν!

Είναι φανερό κατά τη γνώμη μας πως υπάρχουν (ή κυριαρχούν) δυνάμεις στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ που μπερδεύουν το «ενιαίο μέτωπο» (δηλαδή τη συνεργασία) με το «ενιαίο κόμμα». Γιατί η πλήρης προσχώρηση στο πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, σαν αυτή που θέτουν ως προϋπόθεση για συνεργασία οι προαναφερόμενες δυνάμεις, δεν είναι στην πραγματικότητα συνεργασία, είναι κάλεσμα για να ενταχθεί όποιος επιθυμεί στην ίδια την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.

Η έννοια της «Συμπόρευσης», δεν μπορεί και δεν θα έπρεπε να σημαίνει τίποτε άλλο παρά συνεργασία. Οι συνεργασίες δεν γίνονται με απαραίτητο όρο την ομοφωνία σε ολοκληρωμένα πολιτικά προγράμματα, αλλά στη βάση ενός αριθμού κοινών σημείων συμφωνίας. Αν τα δύο μέρη, ΑΝΤΑΡΣΥΑ και Σχέδιο Β, δεν συζητούσαν συνεργασία αλλά ενοποίηση σε κοινό πολιτικό φορέα της Αριστεράς, όφειλαν να το πουν καθαρά και δημόσια, και βέβαια δεν θα έπρεπε να μιλούν για «συμπόρευση» αλλά για ενοποίηση.  

Κατά την διάρκεια της συζήτησης υπήρξαν δυνάμεις που ξεκαθάρισαν από την αρχή πως δεν επιθυμούν αυτή την συνεργασία (ΣΕΚ, ΟΚΔΕ Σπάρτακος). Με μια έννοια αυτές οι δυνάμεις ήταν συνεπείς, αλλά ήταν συνεπείς με τον σεκταρισμό τους. Ποια είναι η λογική βάση πάνω στην οποία μπορεί κάποιος να αρνηθεί μια συνεργασία (γιατί, ξανά, μιλάμε για συνεργασία κι όχι για ενιαίο κόμμα) ή μία συμπόρευση ανάμεσα στο Σχέδιο Β του Αλέκου Αλαβάνου και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ; Το ΝΑΡ από την άλλη, ήταν γνωστό σε όλους ότι διαφωνούσε με τη «συμπόρευση» με το Σχέδιο Β, αλλά δεν το έλεγε καθαρά και δημόσια. Η γνώμη μας είναι ότι όταν μια πολιτική οργάνωση δεν επιθυμεί μια συνεργασία οφείλει να το δηλώνει με θάρρος, να εξηγεί τις αιτίες και να παίρνει την ευθύνη γι’ αυτό.

Σε κάθε περίπτωση είναι εντυπωσιακό πως σε κανένα από τα δυο κείμενα τα οποία προκάλεσαν τόση συζήτηση δεν υπάρχει σαφής αναφορά στη σοσιαλιστική προοπτική. Η λέξη «σοσιαλισμός» αναφέρεται σε 1-2 σημεία, όμως αυτό γίνεται σχεδόν παρεμπιπτόντως. Το ζήτημα της σοσιαλιστικής προοπτικής ούτε είναι κεντρικό, ούτε αποτέλεσε ζήτημα διαμάχης. Είναι όμως γνωστό, σε όσους παρακολουθούν το χώρο, ότι στο Σχέδιο Β υπάρχει ξεκάθαρα αρνητική τοποθέτηση στη σοσιαλιστική προοπτική, και πρώτα και κύρια από τον ίδιο τον Αλέκο Αλαβάνο. Ο Α. Αλαβάνος αναζητά λύσεις στην κρίση μέσα στα πλαίσια του συστήματος, θεωρώντας «ξύλινη γλώσσα» τις όποιες αναφορές στην ανατροπή του καπιταλισμού, τις εθνικοποιήσεις και τον σοσιαλισμό. Επιζητά στην ουσία Κεϊνσιανικού τύπου απαντήσεις, στα πλαίσια του εθνικού κράτους και της διεθνούς οικονομίας αλλά εκτός ευρώ και ΕΕ.

Εδώ έχουμε μια σημαντική διαφορά, η οποία θα αποτελούσε πραγματικό εμπόδιο στην περίπτωση που γινόταν προσπάθεια για τη δημιουργία ενός ενιαίου πολιτικού φορέα, αλλά που δεν θα έπρεπε να αποτελεί εμπόδιο στην προσπάθεια μιας συνεργασίας (συμπόρευσης). Οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ παραμερίζουν αυτό το σημείο και επιλέγουν να δώσουν πολιτική μάχη για το αίτημα της εξόδου από την ΕΕ! Γιατί;

Η δική μας η απάντηση είναι ότι όσο κι αν η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μιλά με «επαναστατικούς» όρους και συχνά στις γραμμές της υιοθετεί και τον όρο «μεταβατικό πρόγραμμα», το οποίο εξ ορισμού σημαίνει τη γέφυρα ανάμεσα στη σημερινή καπιταλιστική κρίση και την εργατική εξουσία και το σοσιαλισμό, στην πραγματικότητα δεν έχει καθαρή πρόταση για το πώς θα επιχειρηθεί αυτή η μετάβαση. Σαν αποτέλεσμα απλά αναφέρει το σοσιαλισμό χωρίς όμως να δίνει τη μάχη πάνω σ’ αυτό. Δίνει τη μάχη πάνω στο θέμα της ΕΕ που αποτελεί κάτι πιο «χειροπιαστό». Αλλά την δίνει τραβώντας τις διαφορές στην έμφαση από τα μαλλιά σε βαθμό εντελώς υπερβολικό!

Τη λύση στην καταστροφική κρίση που ζει η ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να τη δώσει παρά μόνο η σοσιαλιστική προοπτική. Η έξοδος από το € και την ΕΕ δεν μπορεί και δεν πρόκειται από μόνη της να δώσει διέξοδο από την κρίση. Αν υπήρχε κάτι στο οποίο θα έπρεπε να επιμένει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σαν μια δύναμη που επιδιώκει επαναστατικές  ανατροπές, θα ήταν ακριβώς αυτό: ότι η έξοδος από το € και την ΕΕ, από μόνη της, δεν θα λύσει τα προβλήματα της κρίσης.

Τι είναι αυτό που έφερε κοντά, σε μια κοινή αναζήτηση, την ηγεσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του Σχεδίου Β, παρότι τελικά η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε; Είναι η αντίθεση στον ΣΥΡΙΖΑ. Η προσπάθεια να υπάρξει ένα αντίπαλο δέος, ένας πόλος που να μπορεί να αντιμετωπίσει την «πίεση» που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Από εδώ ξεκινά όμως το λάθος. Ασφαλώς το να υπάρξει ένας μαζικός επαναστατικός πόλος στην αριστερά πρέπει να αποτελεί στόχο, τον κεντρικό και πιο σημαντικό στόχο, στρατηγικό στόχο, της επαναστατικής αριστεράς! Όμως η επιτυχία αυτού του στόχου δεν περνά μέσα από ένα στείρο ανταγωνισμό με τον ΣΥΡΙΖΑ. Στην φάση που διανύουμε σήμερα, μάλιστα, περνά μέσα από μια ενιαιομετωπική προσέγγιση προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή την προσπάθεια να συναντηθούν οι δυνάμεις της επαναστατικής αριστεράς με τις μαχητικές δυνάμεις που υπάρχουν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα το οποίο απαιτεί συνεργασίες σε όλα τα επίπεδα – κοινωνικό, κινηματικό, εργασιακό, εκλογικό.

Μέσα από το δρόμο του «ενιαιο-μετωπικού» καλέσματος προς το σύνολο των κομμάτων της Αριστεράς, είναι που θα γίνει δυνατό να κτιστούν οι δυνάμεις της μαζικής επαναστατικής αριστεράς, κι όχι μέσα από το δρόμο της με κάθε τρόπο διατυμπάνισης της «επαναστατικής καθαρότητας» και του απομονωτισμού.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν είναι έτοιμη σ’ αυτή τη φάση να ανταποκριθεί σ’ αυτό το καθήκον. Όταν η γραμμή που κυριαρχεί είναι:
  • καμία συνεργασία, ούτε με το ΚΚΕ, ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ, ούτε καν με αντιπολιτευτικά ρεύματα στον ΣΥΡΙΖΑ
  • και η απαίτηση για πλήρη συμφωνία σε ένα μάξιμουμ «επαναστατικό» πρόγραμμα για να υπάρξει οποιαδήποτε συνεργασία
τότε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ή καλύτερα οι δυνάμεις που κυριαρχούν σ’ αυτήν) όχι μόνο δεν πετυχαίνει τη δημιουργία του μαζικού επαναστατικού πόλου που διακηρύττει, αλλά καταστρέφει κάθε δυνατότητα για κάτι τέτοιο.

- See more at: http://www.xekinima.org/arthra/view/article/sxetika-me-tin-apotyxia-ton-syzitiseon-gia-tin-sympor/#sthash.fRCMaD0a.dpuf